Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016

Μεγαλοαστικές συμμορίες και «δανειστές» θέλουν συνέχιση της γενοκτονίας




Η πλήρης υποταγή της κυβέρνησης στον μνημονιακό δρόμο ανοίγει την όρεξη σε ξένους τοκογλύφους-εκβιαστές και ντόπια αρπακτικά να ολοκληρώσουν την ισοπέδωση της χώρας και του λαού. Οργάνωση-ενότητα-αντίσταση! Η συνειδητή εργατική τάξη μπορεί ν’ ανατρέψει τα σχέδιά τους.


Οι μεγαλοαστικές κλίκες που ελέγχουν τα τηλεοπτικά κανάλια θέλουν να συνεχιστεί το σημερινό καθεστώς της απόλυτης αυθαιρεσίας, γιατί αυτό εξυπηρετεί τις αντιλαϊκές σκευωρίες τους και την τρομοκράτηση του ελληνικού λαού.


1. Ο διαγωνισμός για τα τηλεοπτικά κανάλια, η ακύρωσή του από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) και η οξύτατη πολιτική αντιπαράθεση που έχει ανοίξει χαρακτηρίζονται από πολλούς «προπέτασμα καπνού», επιχείρηση αποπροσανατολισμού του λαού σε σχέση με τα μνημονιακά μέτρα. Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Αυτό που παίζεται είναι μια κομβική σύγκρουση ανάμεσα στην αστική κυβέρνηση Τσίπρα και τα πλέον αδίστακτα συγκροτήματα της μεγαλοαστικής τάξης, τα οποία, με όργανο την κλασική μνημονιακή αντιπολίτευση (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι), επιδιώκουν να διατηρήσουν τον απόλυτο (και εντελώς αυθαίρετο) έλεγχό τους πάνω στην ενημέρωση του ελληνικού λαού. Και αυτό το θέλουν για να συνεχίσουν να ποδηγετούν την πολιτική ζωή του τόπου, προωθώντας ακόμα πιο δυσμενείς για τα λαϊκά συμφέροντα καταστάσεις. Όπως το κάνουν συστηματικά από το ξεκίνημα των μνημονίων, τρομοκρατώντας και συκοφαντώντας τον ελληνικό λαό και αβαντάροντας τις πλέον γενοκτονικές πολιτικές. Με δυο λόγια, θέλουν να κρατήσουν τα τανκς της ουσιαστικής δικτατορίας τους μακριά από κάθε κρατική παρέμβαση και έλεγχο, για να τα επιστρατεύσουν στις προσεχείς αντιλαϊκές σκευωρίες τους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο γερμανικός Τύπος έπιασε κατευθείαν το νόημα, επισημαίνοντας ότι μια κυβέρνηση ηττημένη σε ένα τόσο κρίσιμο μέτωπο θα βρεθεί σε ακόμα πιο αδύναμη θέση στη διαπραγμάτευση με τους «δανειστές».
Εδώ, όμως, προκύπτουν δύο ερωτήματα: Πρώτον, αν πέρναγε ο νόμος Παππά, θα είχαμε ένα τηλεοπτικό τοπίο λιγότερο εχθρικό προς τα συμφέροντα του φτωχού εργαζόμενου ελληνικού λαού; Και δεύτερον, σε μια τέτοια περίπτωση, η κυβέρνηση θα αποδεικνυόταν πιο μαχητική στις διαπραγματεύσεις με τους «δανειστές»; Η απάντησή μας είναι ότι η ιστορία δεν προχωράει μέσα από υποθέσεις αλλά μέσα από τη διαπάλη ζωντανών δυνάμεων. Ναι, η κυβέρνηση Τσίπρα έχει υποταχθεί πλήρως και υλοποιεί τη συνέχιση της μνημονιακής «θεραπείας». Ναι, πρόκειται για μια ξεκάθαρα αστική κυβέρνηση. Ωστόσο, την ίδια στιγμή η κυβέρνηση αυτή επιβιώνει χάρη στην ανοχή ενός μεγάλου τμήματος της εργατικής τάξης, επιβιώνει πάνω στο «σενάριο» ότι μπορεί να υπάρξει σχετική σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας που θα βάλει έναν «πάτο» στην εσωτερική υποτίμηση. Εμείς οι Κομμουνιστές-Τροτσκιστές δεν έχουμε αυταπάτες. Αν η ίδια η εργατική τάξη δεν οργανωθεί και δεν κινηθεί για να υπερασπιστεί τον εαυτό της, δεν έχει να περιμένει τίποτα ούτε από τη συγκεκριμένη κυβέρνηση ούτε από οποιαδήποτε «θετική εξέλιξη» για την εθνική –καπιταλιστική– οικονομία. Το να αδιαφορήσουμε, όμως, για οτιδήποτε επηρεάζει εδώ και τώρα τον συσχετισμό δυνάμεων (όπως κάνει π.χ. το ΚΚΕ) είναι σκέτη φυγομαχία. Αντίθετα, σε κάθε καμπή της κατάστασης πρέπει να στρέφουμε τα κύρια πυρά μας ενάντια σε εκείνες τις εχθρικές δυνάμεις που η ήττα τους θα διαμορφώσει έναν καλύτερο συσχετισμό για την κίνηση της τάξης μας.
Οφείλουμε να προειδοποιήσουμε την εργατική μας τάξη ότι αυτό που εκτυλίσσεται είναι η προσπάθεια των πιο αδίστακτων και αντεργατικών μερίδων του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου να περάσουν με συνοπτικές διαδικασίες στην τελική φάση της μνημονιακής θεραπείας: οριστική βαλκανοποίηση μισθών-συντάξεων-κοινωνικής πρόνοιας. Και συγκεκριμένα: νέα μείωση του κατώτατου μισθού, οριστική νομιμοποίηση των εργασιακών σχέσεων δουλοπαροικιακού τύπου, ξανάνοιγμα του ασφαλιστικού, με νέα μεγάλη μείωση όλων των συντάξεων, ξανάνοιγμα του φορολογικού, ώστε να πληρώνουν φόρους ακόμα και οι ζητιάνοι, κατάργηση και των τελευταίων επιδομάτων που είχαν απομείνει κ.λπ. κ.λπ. Στην προοπτική αυτή, δεν θέλουν μια κυβέρνηση απλώς υποταγμένη, όπως είναι η κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά μια κυβέρνηση εξευτελισμένη, ετοιμόρροπη. Και φυσικά, θέλουν όλα τα κανάλια σε διάταξη μάχης, να πυροβολούν από το πρωί μέχρι το βράδυ τον ελληνικό λαό. Να ποια είναι η ουσία της αντιπαράθεσης. 

2. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, δεν είναι τυχαίο ότι μεγιστοποιείται η πίεση από την τρόικα προς την κυβέρνηση Τσίπρα να εγκαταλείψει οριστικά και τις τελευταίες της υποσχέσεις προς τους εργαζόμενους, όπως η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων. Οι «δανειστές» όχι μόνο δεν θέλουν ν’ ακούσουν για συλλογικές διαπραγματεύσεις, αλλά ζητούν ακόμα μεγαλύτερη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας. Και επί της ευκαιρίας, απαιτούν και μείωση του αφορολόγητου στα 5.000 ευρώ (μείον ένας μισθός/σύνταξη για τους χαμηλόμισθους/χαμηλοσυνταξιούχους), κατάργηση του οικογενειακού επιδόματος κ.ά. Η κυβέρνηση απαντά αμυντικά, επικαλούμενη το πρόσφατο πόρισμα της «Επιτροπής Σοφών». Το ότι όμως παράλληλα υλοποιεί το μνημόνιο, προχωράει τις ιδιωτικοποιήσεις (ενέργεια, λιμάνια, τρένα κ.λπ.) και τις περικοπές (π.χ. παιδεία) δεν θα μπορούσε παρά να ανοίγει την όρεξη των «δανειστών».
Αυτή η κρίσιμη για την επιβίωση της τάξης μας μάχη δεν πρέπει να επιτρέψουμε να κριθεί μεταξύ Κατρούγκαλου και «δανειστών». Εδώ πρέπει να μιλήσουν οι δρόμοι! Και πέρα από την ανάγκη να ξαναμπούν σε κίνηση τα συνδικάτα, αξιοποιώντας όλες τις κλασικές μορφές πάλης, έχει μεγάλη σημασία να ξαναπιάσουμε το νήμα της αυτοοργάνωσης. Οι Επιτροπές Αγώνα σε χώρους εργασίας, γειτονιές, σχολές κ.λπ. θα ήταν ένα σημαντικό βήμα για να μπορέσουν να βγουν τώρα μπροστά τα πιο μαχητικά στοιχεία. Το να ζούμε αξιοπρεπώς από τη δουλειά μας, το να διαπραγματευόμαστε συλλογικά το μεροκάματό μας, είναι δικαιώματα απαράγραπτα, κατακτημένα με αίμα, και δεν δικαιούμαστε να τα απεμπολήσουμε!
Την ίδια στιγμή όλο και μεγαλύτερη σημασία αποκτούν και άλλα κρίσιμα μέτωπα, στα οποία επίσης πρέπει να ρίξουμε βάρος, από τις κινητοποιήσεις των συνταξιούχων μπροστά στο φάσμα της εξαΰλωσης των συντάξεών τους, μέχρι τις μάχες στα ειρηνοδικεία για να μην περάσουν οι κατασχέσεις των λαϊκών κατοικιών.

3. Για να κατανοήσουμε όμως τις εθνικές εξελίξεις πρέπει να δώσουμε βάρος στο τι παίζεται διεθνώς, και ιδίως στην Ευρώπη. Το Brexit, οι εξελίξεις στην Ιταλία –που ο διεθνής οικονομικός Τύπος απορεί τι κάνει μέσα στο ευρώ–, τα νούμερα που δείχνουν ότι η «ανάκαμψη» είναι άφαντη, τα πάντα επιβεβαιώνουν ότι η υπαρξιακή κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντείνεται. Η κυρίαρχη πολιτική της σιδερένιας δημοσιονομικής πειθαρχίας προκαλεί αντιδράσεις όχι μόνο στις καταπιεζόμενες τάξεις αλλά και σε τμήματα της αστικής τάξης που πλήττονται από αυτή. Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, οι κυρίαρχες δυνάμεις της Ε.Ε. θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα αλλά πάντως είναι ένα πρόβλημα που με κάποιον τρόπο θα πρέπει να «λυθεί».
Η μία «λύση» θα ήταν ένα «κούρεμα» του χρέους, σε συνδυασμό με μείωση των εξωπραγματικών πλεονασμάτων που απαιτούν τα μνημόνια από τον προϋπολογισμό και κάποια μικρή χαλάρωση της λιτότητας. Αυτό θα επέτρεπε ενδεχομένως να «ξεκολλήσει» κάπως η εσωτερική αγορά. Πάνω σε αυτό το σενάριο πατάνε και οι ελπίδες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Όμως, η «λύση» που αυτή τη στιγμή υπερισχύει στα μυαλά των «δανειστών» είναι άλλη. Φοβούνται ότι το «μαλακό» σενάριο θα αυξήσει τις προσδοκίες των άλλων χρεωμένων χωρών της Ε.Ε. και, βέβαια, τις προσδοκίες της εργατικής τάξης. Όλοι αυτοί βλέπουν τις θύελλες να μαζεύονται στο παγκόσμιο σκηνικό, ξέρουν ότι οι παγκόσμιοι ανταγωνισμοί θα πάρουν έναν πυρετώδη χαρακτήρα. Βιάζονται έτσι να αλυσοδέσουν την εργατική τάξη, τώρα που αυτή είναι ανοργάνωτη και χωρίς ηγεσία, προτού δημιουργηθούν συνθήκες για εξεγέρσεις. Σε αυτό τους σιγοντάρουν και οι εγχώριες μεγαλοαστικές συμμορίες, που από χρόνια προωθούν μια ασιατική Ελλάδα, με έναν λαό υποταγμένων δούλων. Αυτές τις δυνάμεις καμιά «ανάκαμψη» ή «ανάπτυξη» δεν τις απασχολεί. Ούτως ή άλλως, οι «δανειστές» κερδίζουν από τα δάνεια και η εγχώρια μεγαλοαστική τάξη έχει βγάλει έξω τα κεφάλαιά της. Αυτό που τους απασχολεί είναι να συνεχίσουν να διαγουμίζουν τη χώρα με κάθε μέσο. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν καν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση για τα μέτρα του 3ου Μνημονίου, ανοίγουν θέμα 4ου Μνημονίου.
Εμείς, πάντως, από τη μεριά μας πιστεύουμε ότι αυτοί οι εγκληματίες δεν θα καταφέρουν να αποτρέψουν ούτε τη διάλυση της Ευρωπαϊκής τους Ένωσης ούτε την αποφασιστική όξυνση της ταξικής πάλης. Ο καπιταλισμός της παρακμής δεν πρόκειται να ξεμπλέξει από τις αντιφάσεις του. Τον δρόμο της Βρετανίας θ’ ακολουθήσουν και άλλα μέλη της Ε.Ε. Στις ίδιες τις ΗΠΑ, ο εθνικός προστατευτισμός ανεβαίνει ραγδαία, κι αυτό το εξέφρασαν, από διαφορετική σκοπιά, και ο Σάντερς και ο Τραμπ, αλλά σε έναν βαθμό ακόμα και η Κλίντον. Όπως συνέβη τόσες φορές τον περασμένο αιώνα, η αύξηση του αμερικανικού προστατευτισμού θα πυροδοτήσει εθνικές και κοινωνικές συγκρούσεις στην Ευρώπη. Αυτές είναι συνθήκες που η εργατική μας τάξη πρέπει να αξιοποιήσει για να προκαλέσει ρήγματα στο στρατόπεδο του αντιπάλου της και να προωθήσει τις θέσεις της. Για να το πετύχει αυτό, χρειάζεται πάνω απ’ όλα μια ηγεσία. Μια ηγεσία που θα εμπιστεύεται την εργατική τάξη, τον μαρξισμό και τον εαυτό της, μια ηγεσία που θα πιάνει τον ταύρο από τα κέρατα. Είναι η καλύτερη συγκυρία για να ξεκινήσει αυτή η προσπάθεια. Κάθε εργάτης που πονάει την υπόθεση της τάξης μας, κάθε νέος αγωνιστής που μισεί την καπιταλιστική βαρβαρότητα, οφείλει να πάρει θέση στη συγκρότηση αυτής της νέας πρωτοπορίας. Είναι η καλύτερη εγγύηση για τις επερχόμενες μεγάλες μάχες.

3.11.2016

Η Συντακτική Επιτροπή